Τετάρτη: Η εντονότερη θύμηση. Στην παρουσίαση του βιβλίου της
Ψιλικαντζούδας. Απίστευτη χαρά και περηφάνια για έναν άνθρωπο που αξίζει, όχι γιατί ξέρει να γράφει αυτά που σκέφτεται και που νιώθει (αυτό μπορεί να το κάνει και ένας δολοφόνος), αλλά γιατί ό,τι σκέφτεται και ό,τι νιώθει είναι μοναδικό. Αν και έχουμε συναντηθεί μόνο μία φορά, όταν διάβασα το βιβλίο της, «είδα» αυτό που είχα νιώσει τότε στην Πλάκα:
Τσαμπουκάς, ευστροφία και καλοσύνη δεμένα και σφυρηλατημένα μαστόρικα. Με επιλογές και πάθος. Ποτισμένα με αγάπη και βιωμένα μέσα στην φωτιά. Συνδυασμοί σπάνιοι, που όταν τους συναντάς σε συνεπαίρνει το γκελ τους αμέσως και βαθιά. Και –ακόμα και όταν δεν γνωρίζεις κάποιον καλά- δεν γίνεται να μην χαρείς για εκείνον, όταν η ζωή τού επιστρέφει τους κόπους του πληρωμένα σε θαυμασμό και αγάπη. Και δεν γίνεται να μην κλάψεις με το βιβλίο της, γιατί πολύ απλά, είναι η Κωνσταντίνα. Τελεία.
Και δεν υπάρχει καθόλου χώρος για συζήτηση σε αυτό το θέμα.
Είδα ανθρώπους που ήθελα να ξαναδώ και άλλους που ήθελα να γνωρίσω και ελπίζω να σας ξαναδώ. Φυσικά…όταν ξεπρηστώ…γιατί...
Πέμπτη: Στις 12:30 το πρωί μου πατήσανε από δύο βαρβάτες ενέσεις αναισθησίας στους κάτω έγκλειστους φρονιμίτες, με τον αποτρόπαιο σκοπό να μου τους βγάλουν. Παρά την απέχθεια, την τρομάρα και το μίσος μου για τους οδοντιάτρους και τα εργαλεία τους, ήμουν ανυπόμονη να βγάλω αυτά τα κέρατα από μέσα μου, γιατί μου είχαν στραβώσει το στόμα, μου είχαν χαλάσει την –εκπληκτική κατά τ’ άλλα- ορθοφωνία μου και -το χειρότερο- εξαιτίας τους είχα δέκατα εδώ και εφτά μήνες και συνεχή εξάντληση. Βεβαίως, μέχρι να φτάσουμε σε αυτό το συμπέρασμα πέρασα από τα σαράντα κύματα και τις σαράντα εξετάσεις και εκεί να σε δω μάγκα μου, στην αγωνία για τα αποτελέσματα. Το τι βρισίδι έφαγα από τον οδοντίατρο που τους άφησα τόσο καιρό, δεν θα το ξεχάσω και επιτέλους είχε έρθει η ώρα να τους ξεφορτωθώ. Από κει και πέρα όμως, θυμάμαι μόνο αποσπάσματα…
Μέχρι να γυρίσω σπίτι είχα μουρλαθεί στο γέλιο με την φάτσα μου, η οποία είχε το τριπλάσιο κάτω χείλος και με την μανούλα μου (είχαμε πάει μαζί και για δική της «εργασία») μιλούσαμε μέσα στο ταξί μία ακαταλαβίστικη γλώσσα για τον ταξιτζή, η οποία ονομάζεται «αναισθησιόγλωσσα» και μόνο εμείς καταλαβαίναμε. Στο σπίτι μας περίμενε ο cyrus, ο οποίος ανέλαβε ρόλο νοσοκόμας και θηριοδαμαστή, με εντολή της μάνας μου «μην την αφήσεις να σηκωθεί, γιατί θα κάνει πάλι τραζανιές», «ναι, ναι, το ξέρω». Και εκεί που κάναμε πλάκα και όλα γαμάουα, ξαφνικά άρχισα να νιώθω τα ράμματα…και μετά την γλώσσα μου…και ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ!!!!! Αλλά, το κάτω χείλος ακόμα δεν το ένιωθα και δεν μπορούσα να μιλήσω και έτσι του έγραφα και θα δείτε στο τέλος…
Παρασκευή: Παρακεταμόλη, σούπα (στις ποικιλίες: μία από τα χεράκια της μαμάς και μία από τα χεράκια της γιαγιάς), παρακεταμόλη, γιαούρτι, παρακεταμόλη, πουρές πατάτας, παρακεταμόλη, πουρές μπανάνας, συναρπαστικό ε;, παρακεταμόλη και ύπνος. Μην αναρωτιέστε τι έκανα όλη μέρα. Προσπαθούσα να φάω. Ρεκόρ: Μία ώρα για δύο κουταλιές σούπας. Μιλάμε για πείνα και μιλάμε για χαρμάνιασμα, γιατί τσιγάρο γιοκ! Α! Κάποια στιγμή, πήρα χαμπάρι την μάνα μου να με κυνηγάει με την φωτογραφική, γιατί τα μάγουλά μου είχαν γίνει όσο του Λούις Άρμστρονγκ, όταν φύσαγε την τρομπέτα, αλλά σε μόνιμη κατάσταση και τα χείλια μου είχαν εξαφανιστεί. Τελικά, κατάφερε και τράβηξε μία φωτογραφία και με φοβερή χαρά μου ανακοίνωσε ότι θα ανοίξει μπλογκ, μόνο και μόνο για να την βγάλει στο ίντερνετ….
Σάββατο: Παρακεταμόλη, σούπα, και τα λοιπά, αλλά το βράδυ ήρθε η αδερφική φιλενάδα του cyrus, η μοναδική γυναίκα στον κόσμο που επιτρέπεται να τον πλησιάσει και να τον κάνει ότι θέλει και η μοναδική που σε –ορισμένα πράγματα- έχει μεγαλύτερη δικαιοδοσία από μένα και που είχα να δω ένα χρόνο και μου είχε λείψει, αλλά όπως πάντα σαν να ήταν χτες και από τους λίγους που θα μπορούσε να με δει σε αυτήν την κατάσταση, για να δούμε τι άλλο; Γιουροβίζιον! Και να φάμε πίτσες…Μέγας άθλος, μου πήρε δύο ώρες να φάω δύο κομμάτια, στο τέλος βαρέθηκα και να προσπαθώ, δηλαδή….Αλλά….ΚΑΠΝΙΣΑ!
Ναι, γλυκιά μου, εσύ είσαι αυτή, που μας διαβάζεις και δεν ανοίγεις blog, αλλά που θα πάει…
Και σ’ αγαπάω, ξέρω, ξέρω, θα επανορθώσω…
Κυριακή: Ξημερώματα, στις 6 το πρωί. ΠΟΝΟΟΟΟΣ!!!! Και όχι άλλη παρακεταμόλη μέχρι τις 8, γιατί αν μου κάνουν αναλύσεις, ίσως βρούν λίγο αίμα στην παρακεταμόλη που ρέει στις φλέβες μου…(ατάκα από άλλο μπλόγκερ, δεν θυμάμαι όμως…όπου παρακεταμόλη, αλκοόλ). Σηκώνομαι, ανοίγω τα blogs αρχίζω και ψάχνω στα blogroll άλλων, ανθρώπους που δεν έχω διαβάσει ποτέ μου και μάζεψα καμιά εικοσαριά καινούρια για να τα εξερευνήσω. Ξαναπέφτω χαπακωμένη και ευτυχισμένη, σηκώνομαι στη μία και τρέχω σαν την παλαβή από το κρεβάτι στο λουλουδάδικο για να πάρω γλαστρούλα στην μαμούλα μου, η οποία φώναζε «που παααας, μηηηη!!!». Στον δρόμο κατάλαβα πόσο αστείο είναι να κουνιούνται τα μάγουλά σου την ώρα που περπατάς και να μην έχεις πιει και καφέ…Σουρρεάλ κατάσταση…Και η μέρα συνεχίστηκε στο κλασικό σχέδιο: Παρακεταμόλη, γιαούρτι και τα λοιπά…Και το βράδυ, είδα αυτό
το βίντεο στου
Jim Hellas και ο πόνος για καμιά ώρα εξαφανίστηκε.
Δευτέρα (σήμερα): Μετά από αγωνιώδη προσπάθεια να μην χαπακωθώ, γιατί και να το κάνω, δεν με πιάνει τίποτα, ακόμα και αν έχω δοκιμάσει και άλλες ουσίες, πονώ και σε σκέφτομαι και ευτυχώς που ήσουν εδώ να μου κρατάς το χέρι και να μου χαϊδεύεις τα μαλλιά τόσες μέρες και ειδικά σήμερα που τα είδα όλα, αλλά εκείνη την πλάκα που μου έκανες την Πέμπτη δεν θα την ξεχάσω, για αυτό,
αγαπημένε μου, θα σε κάνω ρόμπα: Εκεί, λοιπόν που γελάγαμε με την πρησμένη μου χειλάρα, μου λες κάτι αστείο, γελάω, πονάω και σου γράφω: «ΕΙΔΑ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ ΦΑΝΤΑΡΟ!!!» Και με ρωτάς: «Κουρεμένο, με αρβύλες και όπλο στην σκοπιά;» Και τότε είδες μία κακάσχημη Artanis να χαζογελά και να παραμορφώνεται από τον πόνο, με το κάτω χείλος και τα μάγουλα του Φρανκεστάιν, να σου δίνει μια χαζοσπρωξιά και να σου γράφει:

Και τότε, μου γέλασες και με πήρες πάλι αγκαλιά…
(Πειστήριο εγκλήματος:)
